Κολπίτιδα

Γράφει ο ιατρός

Πέτρος Χειρίδης, MD,PhD

Μαιευτήρας-Γυναικολόγος-χειρουργός

Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών

Επιστ. Δ/ντης– Νομική Υπηρεσία ομίλου ΙΑΣΩ.



Κολπίτιδα

Η κολπίτιδα σημαίνει τη λοίμωξη του κόλπου και του αιδοίου της γυναίκας. Συμπτώματα όπως κολπικά υγρά, φαγούρα, ενόχληση στην επαφή και ερεθισμοί στο δέρμα της ευαίσθητης περιοχής είναι μερικά από τα τυπικά συμπτώματα. Η κολπίτιδα οφείλεται σε μικρόβια όπως βακτήρια, μύκητες ή παράσιτα. Η «ατροφική κολπίτιδα», συμβαίνει μετά την εμμηνόπαυση με τα ίδια συμπτώματα όμως δε συνδέεται με μικρόβια αλλά με την απουσία των οιστρογόνων. Η κολπίτιδα θεραπεύεται ανάλογα με το αίτιο αλλά και προλαμβάνεται.

 

Τι είναι η κολπίτιδα;

Οι λέξεις αιδοιϊτιδα, αιδοιοκολπίτιδα και κολπίτιδα, είναι ιατρικοί όροι που περιγράφουν τη φλεγμονή στο κόλπο και το αιδοίο της γυναίκας. Οι παθήσεις αυτές προκαλούνται από μικρόβια όπως βακτήρια, μύκητες ή παράσιτα. Υπάρχει και ένα είδος αιδοιοκολπίτιδας που σχετίζεται με τη μείωση των επιπέδων των οιστρογόνων όπως συμβαίνει στην εμμηνόπαυση και ονομάζεται «ατροφική κολπίτιδα», η οποία δεν σχετίζεται με παθογόνα μικρόβια. Επίσης αιδοιοκολπίτιδα είναι δυνατό να προκληθεί στα πλαίσια μιας τοπικής αλλεργικής αντίδρασης σε κολπικά σαπούνια, καλλυντικά και αρώματα, σπερματοκτόνες ουσίες ακόμα και σε προφυλακτικά. Οι συχνότεροι τύποι αιδοιοκολπίτιδας περιγράφονται παρακάτω:

 

Τι είναι η βακτηριακή κολπίτιδα;

Η βακτηριακή κολπίτιδα, αποτελεί τη συχνότερη μορφή κολπίτιδας κατά την αναπαραγωγική ηλικία. Σχεδόν 50% των λοιμώξεων του κόλπου οφείλεται σε βακτηριακή μόλυνση, ενώ το 40% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας έχει περάσει τουλάχιστον ένα επεισόδιο αυτής της λοίμωξης. Γενικότερα η συχνότητα της βακτηριακής κολπίτιδας είναι αυξημένη στις γυναίκες με πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους και μειωμένη σε γυναίκες που είτε έχουν σταθερό ερωτικό σύντροφο είτε δεν έχουν σεξουαλική δραστηριότητα. Η βακτηριακή κολπίτιδα δεν θεωρείται σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα, μολονότι μπορεί να εμφανιστεί μετά από την επαφή.

Η βακτηριακή κολπίτιδα δεν προκαλείται από κάποιο συγκεκριμένο μικροοργανισμό, αλλά είναι το αποτέλεσμα της διαταραχής της φυσιολογικής κολπικής χλωρίδας. Η κολπική χλωρίδα αφορά στους μικροοργανισμούς οι οποίοι σε κανονικές συνθήκες αποικίζουν τον κόλπο εμποδίζοντας την ανάπτυξη των «ξένων» μικροβίων και σε ποσοστό 90% αποτελείται από γαλακτοβάκιλλους (Lactobacillus). Στη βακτηριακή κολπίτιδα παρατηρείται μεταβολή του πληθυσμού των μικροβίων που αποικίζει τον κόλπο, με συνέπεια τη μείωση των γαλακτοβάκιλλων και την παράλληλη ανάπτυξη των ξένων βακτηρίων. Τα συχνότερα βακτήρια που εμπλέκονται είναι η Γκαρντνερέλλα (Gardnerella vaginalis), το μυκόπλασμα (Mycoplasma hominis) και τα αναερόβια βακτηριοειδή (Bacteroides species), τα οποία αναπτύσσονται 100-1000 φορές περισσότερο από το κανονικό.

 

Τι είναι η μυκητιασική κολπίτιδα;

Η μυκητιασική κολπίτιδα είναι αρκετά συχνή και αφορά το 25% των λοιμώξεων του κόλπου. Εκτιμάται ότι μέχρι και 75% των γυναικών θα περάσει τουλάχιστον ένα επεισόδιο μυκητιασικής κολπίτιδας.

Στο 90% αυτών των λοιμώξεων, το εμπλεκόμενο μικρόβιο είναι ο μύκητας Κάντιντα (Candida albicans), γι’ αυτό συχνά η μόλυνση ονομάζεται και καντιντισιακή κολπίτιδα. Ο Candida φυσιολογικά αποικίζει τον κόλπο της γυναίκας, και δεν είναι ακριβώς γνωστό τι είναι αυτό που προκαλεί την υπερτροφία του. Εντούτοις, η παρατεταμένη χρήση των κοινών αντιβιοτικών μπορεί να βλάψει τη φυσιολογική κολπική χλωρίδα και να διευκολύνει την ανάπτυξη του μύκητα. Η μυκητιασική κολπίτιδα δε θεωρείται σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα παρόλο που η σεξουαλική πράξη ευνοεί την ανάπτυξη τους λόγω της αυξημένης θερμότητας και της υγρασίας. Επίσης αν και σπάνια, συναντάται στη προεφηβική ηλικία και σε γυναίκες δίχως σεξουαλική δραστηριότητα. Η λοίμωξη είναι συχνότερη στις επίτοκες, σε γυναίκες με σακχαρώδη διαβήτη και σε αυτές που λαμβάνουν αντισύλληψη.

Η υποτροπιάζουσα μυκητιασική κολπίτιδα περιγράφει την κατ’ επανάληψη φλεγμονή του κόλπου με μύκητες, τρεις ή περισσότερες φορές μέσα σε ένα χρόνο.

 

Τι είναι η κολπίτιδα από Τριχομονάδα;

Εμφανίζεται σε ποσοστό 15-20% της κολπικής λοίμωξης. Υπολογίζεται ότι μόνο στις ΗΠΑ 2-3 εκατομμύρια γυναίκες προσβάλλονται από την τριχομονάδα ετησίως. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες κολπίτιδες η τριχομονίαση είναι σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα, προσβάλει άνδρες και γυναίκες και προκαλείται από το μονοκύτταρο παράσιτο Trichomonas Vaginalis. Η τριχομονίαση συχνά σχετίζεται με άλλα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα ενώ διευκολύνει τη μετάδοση του AIDS. Η τριχομονίαση αναλύεται σε ξεχωριστή παράγραφο.

 

Ποια τα συμπτώματα της κολπίτιδας;

Σε γενικές γραμμές η αιδοικολπίτιδα προκαλεί αυξημένες κολπικές εκκρίσεις, ερεθισμό και κνησμό (φαγούρα) στη περιοχή των γεννητικών οργάνων. Εδώ πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι κολπικές εκκρίσεις υπάρχουν φυσιολογικά στη γυναίκα και μεταβάλλονται στη διάρκεια του κύκλου καθώς και στη σεξουαλική επαφή. Εντούτοις η ποσότητα και η σύσταση των εκκρίσεων αυτών και η παρουσία συνοδών συμπτωμάτων είναι που κινεί υποψίες στη γυναίκα για την ύπαρξη της λοίμωξης του κόλπου.

Τα τυπικά συμπτώματα της μυκητιασικής κολπίτιδας είναι οι κολπικές εκκρίσεις, ο κνησμός και ερεθισμός στα γεννητικά όργανα. Η κλινική εικόνα ποικίλει από ήπια έως βαριά. Οι κολπικές εκκρίσεις είναι παχύρευστες γαλακτώδεις (σαν τυρί cottage), χωρίς δυσοσμία, αλλά συνοδεύονται από κολποδυνία και δυσπαρευνία.

Η βακτηριακή κολπίτιδα χαρακτηρίζεται από ενοχλητικά δύσοσμες, λεπτόρευστες, λευκοκίτρινες κολπικές εκκρίσεις, έντονο κνησμό ή αίσθημα καύσους. Η τριχομονίαση χαρακτηρίζεται δυσουρία, άλγος κατά τη σεξουαλική επαφή και ένα κίτρινο δύσοσμο αφρώδες κολπικό έκκριμα.

 

Πώς τίθεται η διάγνωση της κολπίτιδας;

Η διάγνωση γίνεται έπειτα από γυναικολογική εξέταση. Ο ιατρός εισάγει έναν διαστολέα στον κόλπο για να τον διατηρεί ανοικτό και λαμβάνει με ειδικό στειλεό δείγμα από το κολπικό έκκριμα. Η διαδικασία δεν πονάει, αλλά μπορεί να είναι κάπως ενοχλητική για τη γυναίκα. Στη συνέχεια το δείγμα στέλνεται στο εργαστήριο για μικροσκοπική εξέταση και καλλιέργεια. Τα αποτελέσματα της καλλιέργειας είναι διαθέσιμα μέσα σε δύο 24-ωρα, ενώ πολλά εργαστήρια παρέχουν και το αντιβιόγραμμα, δηλαδή εφόσον έχει διαγνωσθεί ο παθογόνος μικροοργανισμός ελέγχεται και η ανθεκτικότητα του στα κοινά αντιβιοτικά. Η βακτηριακή κολπίτιδα χαρακτηρίζεται από 4 κλινικά σημεία (τα κριτήρια του Amsel), τα οποία είναι τα ακόλουθα:

  1. Λεπτόρευστες κολπικές εκκρίσεις προσκολλημένες στα τοιχώματα
  2. Δύσοσμες κολπικές εκκρίσεις
  3. Πτώση του pH των κολπικών εκκρίσεων κάτω από 4.5
  4. Παρουσία κυττάρων που περιβάλλονται από βακτήρια (clue cells)

Η διάγνωση της μυκητιασικής κολπίτιδας τίθεται με τη διαπίστωση της πτώσης του κολπικού pH κάτω από 4.5 και την ανεύρεση πολλαπλών μυκήτων στο κολπικό επίχρισμα ή στην καλλιέργεια. Στη τριχομονάδα, η διάγνωση γίνεται με τη μικροσκοπική εξέταση του κολπικού επιχρίσματος όπου διαπιστώνεται η παρουσία του παρασίτου, αλλά και στις κολπικές καλλιέργειες.

 

Πως θεραπεύεται η κολπίτιδα;

Σε αρκετές περιπτώσεις η κολπίτιδα θεραπεύεται εμπειρικά, δηλαδή δίδεται αγωγή από τον ιατρό δίχως να έχει διαπιστωθεί το παθογόνο μικρόβιο, ενώ κάποιες γυναίκες συχνά λαμβάνουν από μόνες τους αντιβίωση που γνωρίζουν από παρελθοντική λοίμωξη χωρίς τη συμβουλή ιατρού. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις αυξάνεται ο κίνδυνος να δημιουργηθούν στελέχη μικροβίων ανθεκτικών στα κοινά αντιβιοτικά, των οποίων η καταπολέμηση και εκρίζωση είναι δυσκολότερη. Η κολπική εξέταση είναι εύκολη, γρήγορη, οικονομική και εφαρμόζεται σε όλα τα μικροβιολογικά εργαστήρια και τα γυναικολογικά ιατρεία, συνεπώς θα πρέπει να πραγματοποιείται σε όλες τις περιπτώσεις κολπίτιδας που χρειάζονται αγωγή.

Η βακτηριακή κολπίτιδα και η κολπίτιδα από τριχομονάδα προϋποθέτουν φαρμακευτική θεραπεία προκειμένου να αντιμετωπιστούν. Η βακτηριακή κολπίτιδα θεραπεύεται με κοινά αντιβιοτικά όπως τη μετρονιδαζόλη ή κλινδαμυκίνη, είτε ως χάπια από το στόμα, είτε τοπικά σε μορφή κολπικής γέλης ή κρέμας. Η τριχομονάδα αντιμετωπίζεται είτε με μία υψηλή δόση μετρονιδαζόλης (δε συστήνεται), είτε με μικρές δόσεις διάρκειας 10 ημερών. Στη περίπτωση της κολπίτιδας από τριχομονάδα, ο ερωτικός σύντροφος πρέπει επίσης να λάβει την ίδια αγωγή.

Η κολπίτιδα από μύκητα Candida μπορεί να θεραπευτεί είτε με αντιμυκητιασικά αντιβιοτικά, είτε με αντισηπτικά κολπικά σαπούνια. Η χρήση αντιμυκητιασικών φαρμάκων δε συστήνεται όταν δεν έχει διαπιστωθεί η μυκητιασική λοίμωξη. Σε έρευνες του επιδημιολογικού ινστιτούτου υπολογίζεται ότι έως και οι μισές γυναίκες με βακτηριακή κολπίτιδα, είχαν λάβει προηγούμενα αντιμυκητιασική αγωγή χωρίς αποτέλεσμα. Τα αντιμυκητιασικά φάρμακα κυκλοφορούν σε μορφή κολπικής γέλης, κρέμας ή υπόθετου. Πολύ δημοφιλής είναι και η αγωγή με χάπια από το στόμα. Η λήψη για 2-3 ημέρες είναι συνήθως αρκετή. Οι γυναίκες με υποτροπιάζουσα μυκητιασική κολπίτιδα πρέπει να λάβουν μακροπρόθεσμη αγωγή για αρκετές εβδομάδες.

Η ατροφική κολπίτιδα στις εμμηνοπαυσιακές γυναίκες παραδοσιακά αντιμετωπίζεται με την τοπική χρήση ορμονών, κυρίως προγεστερόνης αλλά και οιστρογόνων. Προκειμένου να αποφευχθεί η χρήση ορμονών ειδικά σε γυναίκες με ιστορικό καρκίνου του μαστού ή οικογενειακό ιστορικό που δεν επιτρέπει τη συστηματική εφαρμογή τους έχουν αναπτυχθεί καλλυντικά και κολπικές κρέμες που βελτιώνουν τα συμπτώματα κνησμού στις γυναίκες με ατροφία χωρίς να περιέχουν ορμόνες. Τέτοια σκευάσματα είναι και τα φυτο-οιστρογόνα, τα οποία είναι φυτικές ουσίες με ιδιότητες που μιμούνται αυτές των οιστρογόνων, και των οποίων η χρήση διευρύνεται ραγδαία.

 

Υπάρχει εναλλακτική θεραπεία;

Η εναλλακτική θεραπεία εστιάζει στη διατήρηση και εξισσορόπηση της φυσιολογικής κολπικής χλωρίδας. Η υγιής φυσιολογική χλωρίδα του κόλπου εμποδίζει την ανάπτυξη των «ξένων» μικροβίων και μειώνει τη πιθανότητα λοίμωξης.  Η αποκατάσταση της ισορροπίας επιτυγχάνεται με τη χορήγηση των γαλακτοβάκιλων (Lactobacillus acidophilus και L. Bifidus) συστηματικά από το στόμα, είτε τοπικά ως συστατικά μέσα σε κολπικές κρέμες.

 

Ποια η πρόγνωση της κολπιτιδας;

Η κολπίτιδα με ήπια συμπτωματολογία ανταποκρίνεται καλά στην θεραπεία. Αν αφεθεί χωρίς θεραπεία, είναι δυνατό να οδηγήσει σε σοβαρότερες καταστάσεις όπως φλεγμονώδη νόσο της πυέλου (PID), ενδομητρίτιδα, μετεγχειριτικές λοιμώξεις, ενώ διευκολύνεται και η μετάδοση του ιού του AIDS (HIV).

 

Υπάρχουν μέτρα πρόληψης ώστε να μην παθαίνω κολπίτιδες;

Η γενική άμυνα του οργανισμού βελτιώνει και την ανταπόκριση του κόλπου στους παθογόνους μικροοργανισμούς. Οι παράγοντες που το επηρεάζουν όπως η διατροφή, η ανάπαυση, η κατάχρηση αλκοόλ ή καπνίσματος καθώς και η σεξουαλική δραστηριότητα, έχουν σημαντική επίδραση στην ακεραιότητα της κολπικής χλωρίδας και κατά συνέπεια στην ανάπτυξη λοιμώξεων του κόλπου.

Επίσης η χρήση βαμβακερών αντί των στενών-εφαρμοστών συνθετικών υφασμάτων στα εσώρουχα και στα παντελόνια και η διατήρηση της ευαίσθητης περιοχής δροσερής και στεγνής, περιορίζει την ανάπτυξη των μυκήτων.

Εξίσου σημαντική είναι η κατάχρηση των αντισηπτικών καλλυντικών και σαπουνιών, όπου η υπερβολική καθαριότητα στην περιοχή είναι δυνατό να διαταράξει τη φυσιολογική χλωρίδα και να οδηγήσει σε αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα.

 

Λέξεις Κλειδιά

  • Παράσιτο — Ζωϊκός ή φυτικός οργανισμός που προκειμένου να επιβιώσει χρησιμοποιεί τους κυτταρικούς μηχανισμούς άλλων οργανισμών.
  • Αιδοίο — Τα εξωτερικά γεννητικά όργανα της γυναίκας που περιλαμβάνουν τα μείζονα και ελάσσονα χείλη, την κλιτορίδα και την είσοδο του κόλπου (πρόδομος)
  • Φυτο-οιστρογόνα —  Ο όρος φυτοοιστρογόνα είναι περιγραφικός και χρη­σιμοποιείται για μη στεροειδείς ενώσεις, οι οποίες είτε παρουσιάζουν οιστρογονική δραστηριότητα, παρόλο που δεν έχουν καμία πολύτως σχέση με τα φυτικά οιστρογόνα. Οι κύριες ομάδες φυτοοιστρογόνων είναι τέσσερις: οι ισοφλαβό­νες, τα λινοειδή, οι κουμεστάνες και οι στιλβένες. Κάθε φυτοοιστρογόνο παρουσιάζει διαφορετική οιστρογονική ισχύ. Πε­ριέχονται σε περισσότερα από 300 φυτά, και ιδιαίτερα στα λαχανικά.  Ο μηχανισμός ανακούφι­σης από τα αγγειοκινητικά συμπτώματα δεν είναι σαφής, εντούτοις χρησιμοποιούνται ευρύτατα στην καταπολέμηση των συμπτωμάτων της κλιμακτηρίου και της εμμηνόπαυσης. 

 

Χρήσιμα links:

1.    Mayo Clinic

2.    National Health System (UK)

3.    Medline Plus

4.    WomensHealth.gov

5.    American Pregnancy Association

6.    Merck Manual of Medicine - Professional

7.    CDC – Center of Disease Control
 

 

Για περισσότερες ή ειδικές πληροφορίες γράψτε στο e-mail:  infobgyn@gmail.com